Επιλεγμένα

Αναπτύχθηκε νέο τεστ ενός σταδίου για λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας C

Από στις 16 Νοεμβρίου 2015

Ερευνητές Υγείας του Πανεπιστημίου Καλιφόρνιας (UC) Irvine, έχουν αναπτύξει ένα οικονομικά αποδοτικό τεστ ενός βήματος που εξετάζει, ανιχνεύει και επιβεβαιώνει λοιμώξεις από τον ιό της ηπατίτιδας C (HCV). Ο Dr Ke-Qin Hu, διευθυντής των υπηρεσιών ηπατολογίας, παρουσίασε τα ευρήματα στην Ετήσια Συνάντηση της Αμερικανικής Ένωσης για τη Μελέτη της Ασθένειας του Ήπατος (AASLD) στο Σαν Φρανσίσκο. Ο έλεγχος του HCV σήμερα, με βάση το αίμα, απαιτεί δύο βήματα, μπορεί να είναι ακριβός, άβολος και δεν είναι ευρέως διαθέσιμος ή προσιτός σε παγκόσμιο επίπεδο.

«Το δικό μας νέο σύστημα ελέγχου του αντιγόνου του HCV είναι σημαντικά βελτιωμένο ως προς την ευαισθησία και την εξειδίκευση σε σχέση με τα υπάρχοντα τεστ. Είναι σημαντικό ότι για πρώτη φορά, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε δείγματα ούρων για εξέταση και διάγνωση, ενός βήματος, της λοίμωξης από τον HCV», δήλωσε ο Hu, καθηγητής γαστρεντερολογίας και της ηπατολογίας της Ιατρικής Σχολής του UC Irvine. «Η εύρεση μιας πιο βολικής, εύκολης στη χρήση και οικονομικά αποδοτικής εναλλακτικής εξέτασης είναι επιτακτική, επειδή ο HCV είναι σημαντικά υπό-ελεγχόμενος και με προβλήματα στη διάγνωση».

Παρόλο που το τρέχον τεστ εξέτασης του HCV είναι ειδικό και ευαίσθητο, δεν μπορεί να διακρίνει ενεργό λοίμωξη από προηγούμενες λοιμώξεις. Απαιτείται ένα δείγμα αίματος και δύο βήματα. Πρώτον, πρέπει να ανιχνευθούν στο αίμα τα εξειδικευμένα αντισώματα του ιού. Στη συνέχεια, πρέπει να χορηγείται το ευαίσθητο RNA PCR τεστ HCV για να επιβεβαιωθεί εάν η λοίμωξη είναι ενεργή ή όχι. Ο Hu είπε ότι πολλές αναπτυσσόμενες χώρες δεν είναι εξοπλισμένες για να διαχειριστούν το τεστ δύο σταδίων, ιδίως το RNA PCR τεστ του HCV. Στις ΗΠΑ, το κόστος του είναι πάνω από 200 δολάρια. Το νέο σύστημα ελέγχου του αντιγόνου του HCV που αναπτύχθηκε από το εργαστήριο του Hu στο UC Irvine θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά το κόστος, τους ανθρώπινους πόρους και το χρόνο που απαιτείται για τα αποτελέσματα του ελέγχου.

«Η ικανότητα να ανιχνεύεται η μόλυνση χρησιμοποιώντας ούρα αντί αίματος αποφεύγει το τρύπημα της βελόνας και τη συλλογή δειγμάτων αίματος, μειώνει σημαντικά το κόστος και την απαραίτητη υποδομή για την κλινική εξέταση και διάγνωση, βοηθώντας στην προώθηση ευρεία υιοθέτηση του τεστ σε παγκόσμια κλίμακα», δήλωσε ο Hu.

Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών(CDC), περίπου 150 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο και 3,2 εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ έχουν μολυνθεί με τον HCV. Η αποτελεσματική εξέταση και η γρήγορη διάγνωση είναι ζωτικής σημασίας για τη θεραπεία και τον έλεγχο της μετάδοσης. «Εκείνοι που έχουν μολυνθεί με τον HCV μπορεί πλέον να θεραπευτούν, πριν υποστούν μια περαιτέρω βλάβη του ήπατος και υπάρξουν επιπλοκές, αλλά μόνο εάν υπάρξει διάγνωση», είπε ο Hu.

Οι άνθρωποι με λοίμωξη HCV δεν παρουσιάζουν συνήθως συμπτώματα μέχρι να αναπτύσσει πιο σοβαρή βλάβη του ήπατος, όπως η ίνωση, η κίρρωση ή ο καρκίνος του ήπατος. Το CDC συνιστά εξετάσεις προληπτικού ελέγχου για τους ασθενείς υψηλού κινδύνου, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών και τα άτομα που είχαν υποβληθεί σε μεταγγίσεις πριν από το 1992, καθώς και εκείνους που γεννήθηκαν μεταξύ 1945 και 1965.

Πηγή: AAAS

Περισσότερα στην περίληψη της ανακοίνωσης: στο HEPATOLOGY, VOLUME 62, NUMBER 1 (SUPPL) AASLD ABSTRACTS, στη σελίδα 251A με αριθμό εργασίας 85

Egno Editorial

Το Editorial Team του egno. Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω της φόρμας επικοινωνίας.