- Συνέντευξη: Ο ερευνητής Διονύσης Αντύπας με απλά λόγια μας μαθαίνει το χαλαρόνιο και τη σχέση του με την σκοτεινή ύλη
- ΝΕLIOTA: Το ερευνητικό πρόγραμμα παρακολούθησης εκλάμψεων λόγω προσκρούσεων παραγήινων αστεροειδών και μετεωροειδών στη Σελήνη
- Podcast: Συζήτηση με τον καθηγητή Νικόλαο Στεργιούλα με αφορμή το σημαντικό εύρημα της εργασίας του για τα άστρα νετρονίων
- Podcast: Ο Διονύσης Σιμόπουλος απαντά σε ερωτήματα για το σύμπαν και την έρευνα που σχετίζεται με αυτό
- Άρθρο με αφορμή το Nobel Φυσικής του 2017: Οι βηματισμοί της Επιστήμης και η πορεία προς τον εντοπισμό των βαρυτικών κυμάτων
- Συνέντευξη: Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα με τα μάτια ενός νέου ερευνητή όπως ο κ. Μπάμπουλης (Μέρος 3)
- Συνέντευξη: Ο ερευνητής Νανοτεχνολογίας κ. Μπάμπουλης περιγράφει τη δομή των νέων 2D υλικών και τις εφαρμογές τους (Μέρος 2)
- Συνέντευξη: Συζητώντας με τον ερευνητή κ. Παντελή Μπάμπουλη για τα ενδιαφέροντα τεχνητά υλικά, γερμανένιο και πυριτένιο (Μέρος 1)
- podcast: Τι είναι τα Βαρυτικά Κύματα (Συνέντευξη με τον Ερωτόκριτο Κατσαβουνίδη, διευθυντή έρευνας στο ΜΙΤ)
- podcast: Αναζητώντας τα Βαρυτικά Κύματα (Συνέντευξη με τον Χρήστο Τσάγκα, Αναπληρωτή Καθηγητή του ΑΠΘ)
Οι δάσκαλοι μπορεί να προβλέπουν την επιτυχία των μαθητών εξίσου καλά και τις επιδόσεις σε εξετάσεις
Η μελέτη δημοσιεύεται στο Journal of Child Psychology and Psychiatry, και οι ερευνητές αναφέρουν ότι τα ευρήματά τους, ανάμεσα στα άλλα, θέτουν και το ερώτημα εάν τα οφέλη των τυποποιημένων εξετάσεων υπερτερούν του κόστους τους. Στο πλαίσιο της μελέτης βρέθηκε ότι οι αξιολογήσεις των δασκάλων συσχετίζονται ισχυρά με τα αποτελέσματα των εξετάσεων σε Γλώσσα (Αγγλικά), Μαθηματικά και Φυσικές Επιστήμες για τις ηλικίες 7-14, με τις δυο μετρήσεις να μετράνε εξ ίσου ισχυρά στην πρόβλεψη της επιτυχίας στις εξετάσεις που γίνονται αργότερα. Οι αξιολογήσεις των δασκάλων προέβλεψαν περίπου το 90% των διαφορών μεταξύ των μαθητών στις επιδόσεις εξετάσεων στα GCSE και A-level.
«Έχουμε δείξει για πρώτη φορά ότι οι αξιολογήσεις των δασκάλων προβλέπουν τα αποτελέσματα σε GCSE και A-level εξίσου καλά με προηγούμενες επιδόσεις εξετάσεων», αναφέρει η Dr Kaili Rimfeld, επικεφαλής ερευνήτρια από το Ινστιτούτο Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας και Νευροεπιστήμης (IoPPN). «Το γεγονός ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων συσχετίζονται τόσο ισχυρά με τις αξιολογήσεις των δασκάλων εγείρει ερωτήματα σχετικά με την αξία της κουλτούρας των ελέγχων (των τεστ) που χαρακτηρίζει την υποχρεωτική εκπαίδευση στο Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ)».
Η επίσης επικεφαλής ερευνήτρια Dr Margherita Malanchini, από το IoPPN και το Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Austin, αναφέρει: «Ενώ οι έλεγχοι μπορούν να διεγείρουν τόσο τους μαθητές όσο και τους δασκάλους να εστιάζουν τις προσπάθειές τους, οι εξετάσεις υψηλού διακυβεύματος μπορεί να απομακρύνουν την εκπαιδευτική εμπειρία από τη μάθηση προς την κατεύθυνση της απόδοσης στις εξετάσεις. Για τους λόγους αυτούς, υποστηρίζουμε ότι οι αξιολογήσεις των δασκάλων θα μπορούσαν, αντί των επιδόσεων στις εξετάσεις, να είναι η βάση για την παρακολούθηση της προόδου, ιδιαιτέρως κατά τη διάρκεια των προηγούμενων σχολικών ετών».
Προηγούμενη έρευνα εξέτασε πώς προβλέπουν εκπαιδευτικές επιτυχίες, είτε οι επιδόσεις των εξετάσεων είτε οι αξιολογήσεις των δασκάλων, όμως δεν συνδύασε τα δυο. Οι ερευνητές μπόρεσαν να κάνουν τη σύγκριση συνδέοντας δεδομένα από πάνω από 5000 ζευγάρια διδύμων στη Twins Early Development Study (TEDS) με αξιολογήσεις δασκάλων και επιδόσεις εξετάσεων στην Εθνική Βάση Δεδομένων των Μαθητών. Προηγούμενη έρευνα από το King’s College London διαπίστωσε ότι οι γενετικοί παράγοντες έχουν κύρια επίδραση στα αποτελέσματα των εξετάσεων για τα GCSEs and A-levels.
Χρησιμοποιώντας δεδομένα από την TEDS, οι ερευνητές έδειξαν την ύπαρξη ισχυράς γενετικής συσχέτισης μεταξύ αξιολογήσεων δασκάλων και επιδόσεων σε εξετάσεις, επιβεβαιώνοντας ότι και οι δύο μετρήσεις ταυτοποίησαν τους ίδιους μαθητές και μετρώντας σε μεγάλο βαθμό την ίδια ικανότητα. Οι δάσκαλοι στο ΗΒ απαιτείται να αξιολογούν τους μαθητές τους μέχρι ηλικία 14 ετών και τα παιδιά δίνουν τυποποιημένες εξετάσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της σχολικής εκπαίδευσης στο ΗΒ, συμπεριλαμβανομένων των SATS στην ηλικία 7 και 11 ετών, των GCSEs στην ηλικία των 16 και A-levels στην ηλικία των 18 ετών.
Όπως αναφέρουν οι συντελεστές της μελέτης, δεν είναι γενικά αντίθετοι στους ελέγχους και δεν υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε οι δάσκαλοι να αυξήσουν το φορτίο του έργου τους προσθέτοντας παραπάνω αξιολογήσεις. Αντιθέτως, αυτό που έχουν δείξει είναι οι σημερινές μέθοδοι της αξιολόγησης των δασκάλων αποτελούν ισχυρούς προβλεπτικούς παράγοντες της επιτυχίας, πράγμα που επιτρέπει τα σχολεία να μειώνουν τους ελέγχους και ακόμη να παρακολουθούν την πρόοδο αποτελεσματικά. Είναι φανερό ότι τα αποτελέσματα της μελέτης θα τροφοδοτήσουν τη συζήτηση σχετικά με τους ελέγχους κατά τη διάρκεια της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Θεωρείται ότι η εμπιστοσύνη στους δασκάλους στην εφαρμογή του σχολικού προγράμματος και στην παρακολούθηση της προόδου θα μπορούσαν να ωφελήσουν την ευημερία των μαθητών και των δασκάλων και θα βοηθήσει στο να επιστρέψει η χαρά στη σχολική αίθουσα. Προηγούμενη μελέτη είχε υποστηρίξει ότι οι εξετάσεις υψηλού διακυβεύματος μπορούν να επιδράσουν στην ηθική των δασκάλων, καθώς και στην ευεξία και την νοητική (ψυχική) υγεία των μαθητών. Οι ερευνητές τώρα εστιάζουν στη μελέτη των συνδέσμων μεταξύ των σχολικών εμπειριών και της νοητικής υγείας ανάμεσα στον νεανικό πληθυσμό.
Πηγή: King’s College London
Περισσότερα στη δημοσίευση: Teacher assessments during compulsory education are as reliable, stable and heritable as standardized test scores. of Child Psychology and Psychiatry.